Ο.Λ.Τ.Ε.Ε.: Η πολιτική των μνημονίων διαλύει την εκπαίδευση !


Αθήνα, 25-01-2016
 Αριθμ. Δ.Τ.: 051

Η πολιτική των μνημονίων διαλύει την εκπαίδευση !

Στις 19 Ιανουαρίου 2016 δημοσιοποιήθηκε η 496 σελίδων Ετήσια Έκθεσητου Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής – Κ.ΑΝ.Ε.Π. της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας – Γ.Σ.Ε.Ε.,για την εκπαίδευση του 2015 (Μέρος Α) με τίτλο «Η ταυτότητα της ελληνικής Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης από το 2002 έως το 2014» (βλ. http://www.kanep-gsee.gr/content/etisia-ekthesi-gia-tin-ekpaideysi-2015), συνοδευόμενη από 12σέλιδη «σύνοψη συμπερασμάτων». Αντικείμενο της Έκθεσης είναι η μελέτη των βασικών μεγεθών της Ελληνικής Πρωτοβάθμιας & Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και η θέση της στο ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο αναφοράς για την περίοδο 2002-2014.
Γενικά, στην Ετήσια Έκθεση – έρευνα για την εκπαίδευση του 2015 αναλύεται το διεθνές (ΟΟΣΑ – Education at a glance 2014 & 2015, PISA 2006-2009-2012) και ευρωπαϊκό (ΕΕ-28, Eurostat Network EURYDICEC) πλαίσιο αναφοράς της Ελληνικής Πρωτοβάθμιας & Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, με συγκριτική αποτύπωση όλων των διαθέσιμων οικονομικών και μη-οικονομικών μεγεθών, με διάκριση σε μεγέθη εισροών (επένδυση) και εκροών (παραγόμενα αποτελέσματα) των συστημάτων. Επιχειρείται η αποτύπωση των βασικών μεγεθών των κρατών-μελών της ΕΕ-28 με σκοπό να αναδειχθούν σημαντικά στοιχεία για την επιδιωκόμενη πρόοδο, τη σύγκλιση και τη συνοχή των εκπαιδευτικών συστημάτων των κρατών-μελών της Ε.Ε. στην πορεία τους για την επίτευξη των στόχων των προγραμμάτων για την Εκπαίδευση και την Κατάρτιση του 2020. Κατά την παρουσίαση των στοιχείων, γίνεται λεπτομερής αναφορά για τη θέση και την πορεία της Ελλάδας σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη.
Ειδικά και επιλεκτικά:
«Κατά το 2013 το 98,2% των σχολικών μονάδων της Επαγγελματικής εκπαίδευσης ήταν δημόσιες, εκ των οποίων το 85,4% Δημόσιες Ημερήσιες (μείωση των μονάδων κατά την τετραετία 1,4%) και το 12,8% Δημόσιες Εσπερινές (αύξηση των μονάδων κατά την τετραετία 3,2%), ενώ το 1,8% της Τεχνικής & Επαγγελματικής εκπαίδευσης ήταν ιδιωτικές, εκ των οποίων όλες ήταν Ιδιωτικές Ημερήσιες (μείωση των μονάδων κατά την τετραετία 25,0%) και το 0,0% Ιδιωτικές Εσπερινές (μείωση των μονάδων κατά 100%)».
«Η Μεταδευτεροβάθμια (μη τριτοβάθμιου επιπέδου) εκπαίδευση, αποτελεί μεταγενέστερη εμβόλιμηβαθμίδα της τυπικής εκπαίδευσης, που οριοθετείται μεταξύ Ανώτερης Δευτεροβάθμιας και Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση βαθμίδας, ιδιαίτερα ασταθής ως προς την οριοθέτηση, το περιεχόμενο και τη σημασία της, με σημαντική αυξομείωση του σπουδαστικού της πληθυσμού και στην οποία καταγράφεται αυξημένο επιχειρηματικό ενδιαφέρον, αφού ο ιδιωτικός τομέας παρουσιάζει στη συγκεκριμένη βαθμίδα μια από τις υψηλότερες (στο εκπαιδευτικό σύστημα) ποσοστιαία αναλογία.». Ενδεικτικά, «Το 2012 ο συνολικός μαθητικός πληθυσμός του Δημόσιου τομέα της συγκεκριμένης βαθμίδας ήταν 14.964 σπουδαστές, υπολειπόμενος κατά 3.092 σπουδαστές του μαθητικού πληθυσμού του Ιδιωτικού τομέα της συγκεκριμένης βαθμίδας το 2008 (18.056 μαθητές)». Διαπιστώνεται ότι, «(…) με το ιδιαίτερα χαμηλό μερίδιο της ιδιωτικής εκπαίδευσης στην Τεχνική-Επαγγελματική εκπαίδευση, γίνεται εμφανές ότι ο Ιδιωτικός τομέας της εκπαίδευσης εγκαταλείπει ουσιαστικά μετά το 2006-2007 τη βαθμίδα του Τεχνικού & Επαγγελματικού Λυκείου και επιλέγει να επενδύσει στην Μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση. Επιπλέον, η συγκεκριμένη μετακίνηση ενισχύθηκε θεσμικά από τις συνεχείς νομοθετικές ρυθμίσεις στο χώρο της Μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της περιόδου 2011-2014 που αποδείχθηκαν ελκυστικότερες προς τον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα ο Δημόσιος τομέας της συγκεκριμένης βαθμίδας να απολέσει σταδιακά το συγκριτικό του πλεονέκτημα. Τέλος, η ένταξη των ΙΕΚ στην μη-τυπική εκπαίδευση εγείρει αμφιβολίες ως προς το αν η συγκεκριμένη βαθμίδα, καλύπτεται ισότιμα και κατ’ αντιστοιχία από το πλαίσιο εποπτείας του ιδιωτικού τομέα, που ιστορικά προβλέπεται για την τυπική εκπαίδευση από το άρθρο 16 του Συντάγματος».
Σε συνέχεια, αναφορικά πάντα με τη Μεταδευτεροβάθμια μη τριτοβάθμια εκπαίδευση, επειδή οι αριθμοί (απόλυτοι ή ποσοστιαίοι και μάλιστα συγκριτικά) έχουν πάντα την ιδιαίτερη αξία τους γιατί οδηγούν σε ασφαλή συμπεράσματα, από την έκθεση διακρίνουμε ότι:
«Το 2008 στο σύνολο του μαθητικού/φοιτητικού στην Ελλάδα (2.157.590 μαθητές/φοιτητές) το 2,1%φοιτά στη Μεταδευτεροβάθμια μη τριτοβάθμια εκπαίδευση με τον σπουδαστικό της πληθυσμό να αποτελείται από 44.254 σπουδαστές/-τριες. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε όλη τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς 2003-2008, η αναλογία του σπουδαστικού πληθυσμού της Μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα έναντι του συνολικού μαθητικού/ φοιτητικού πληθυσμού της χώρας υπερείχε σταθερά και σε ετήσια βάση από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό (ΕΕ-28) μέσο όρο με μέση οριακή απόκλιση 0,4 ποσοστιαίες μονάδες (…)».
«Κατά την περίοδο αναφοράς (2003-2008) το σύνολο του σπουδαστικού πληθυσμού της Μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα καταγράφει σημαντική αύξηση κατά 34,9% (ή 11.441 σπουδαστές/-τριες) από 32.813 σπουδαστές/-τριες το 2003 σε 44.254 σπουδαστές/-τριες το 2008. Την ίδια περίοδο αναφοράς καταγράφεται αντίστοιχα αύξηση κατά 31,4% (ή κατά 0,5 π.μ.) στο ποσοστό του σπουδαστικού πληθυσμού της Μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ως προς το συνολικό της σπουδαστικό/φοιτητικό πληθυσμό στην Ελλάδα, από 1,6% το 2003 σε 2,1% το 2008, λόγω της αύξησης του σπουδαστικού πληθυσμού της Μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης τη συγκεκριμένη περίοδο, παρά την αύξηση κατά 3,7% (ή κατά 77.347 μαθητές/φοιτητές) του συνολικού μαθητικού/ φοιτητικού πληθυσμού της χώρας την ίδια περίοδο αναφοράς».
«Το 2012 τα κράτη-μέλη με το υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής στο συνολικό σπουδαστικό πληθυσμό της Μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ-28 είναι: η Γερμανία (36,8%), η Πολωνία (21,3%), η Τσεχία (5,9%), η Ρουμανία (5,3%), το Βέλγιο (4,8%), η Ουγγαρία (4,7%), η Αυστρία (4,5%) και η Ιρλανδία (4,0%). Το 87,3% του συνολικού σπουδαστικού πληθυσμού της Μεταδευτεροβάθμιας μη τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ-28 αντιστοιχεί στις οκτώ συγκεκριμένες χώρες, ενώ το 12,7%αντιστοιχεί στα υπόλοιπα 22 κράτη-μέλη της ΕΕ-28».
«Η Ελλάδα, το 2008, κατατάσσεται στην 9η θέση με σπουδαστικό πληθυσμό της Μεταδευτεροβάθμιας μη τριτοβάθμιας εκπαίδευσης 44.254 σπουδαστές/-τριες που αντιστοιχούσε στο 2,9% του συνολικού σπουδαστικού πληθυσμού της Μεταδευτεροβάθμιας μη τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ-28 τη συγκεκριμένη χρονιά».
«Κατά την περίοδο αναφοράς (2003-2012ο συνολικός σπουδαστικός πληθυσμός της Μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ε.Ε-28 κατέγραψε αύξηση 20,1%».
«Η Ελλάδα καταγράφει αύξηση κατά 34,9% την περίοδο 2003-2008ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο καταγράφει αύξηση κατά 11,3% την περίοδο 2007-2010».
Από τα παραπάνω στοιχεία καθίσταται απολύτως σαφές από ποιους, ποιες, για ποιους χαράσσονται οι συγκεκριμένες πολιτικές και που αποσκοπούνΟι διαφεντεύοντες την Επαγγελματική Εκπαίδευση & Κατάρτιση (Ευρωπαίοι αλλά και πειθήνιοι εγχώριοι) την οδηγούν σε συγκεκριμένη κατεύθυνση, υπακούοντας και εξυπηρετώντας παράγοντες και οικονομικά συμφέροντα. Να μην ξεχνάμε και τις επιδοτήσεις των προγραμμάτων ΕΣΠΑ που κάποιοι καραδοκούν να καρπωθούν !
Παράλληλα, είναι εξόχως σημαντικό και ποτέ να μην μας διαφεύγει ότι (σύμφωνα πάντα με την έκθεση):
«Το 2012 το 66,9% (247.880 μαθητές/-τριες) του συνολικού μαθητικού πληθυσμού της Ανώτερης Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα (370.357 μαθητές/-τριες) φοιτούν σε σχολικές μονάδες με κατεύθυνση Γενικού προγράμματος σπουδών (Γενικά Λύκεια), ποσοστό πουυπερέχει κατά 17,4 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του αντίστοιχου ποσοστού της ΕΕ-28 (49,9%). (…) Το υπόλοιπο 33,1% (122.477 μαθητές/-τριες) του μαθητικού πληθυσμού Ανώτερης Δευτεροβάθμιας εκ-παίδευσης φοιτούν σε σχολικές μονάδες με κατεύθυνση Τεχνικού/Επαγγελματικού προγράμματος σπουδών (Τεχνικά/ Επαγγελματικά Λύκεια),ποσοστό που υπολείπεται έναντι του αντίστοιχου ποσοστού της ΕΕ-28 (50,1%)». Είναι γνωστή, αλλά δεν καταγράφεται στην έκθεση, η κατάργηση των 49 ειδικοτήτων των εκπαιδευτικών, το 2013 επί Υπουργίας Κ. Αρβανιτόπουλου, που σήμανε την παύση λειτουργίας τομέων και ειδικοτήτων με συνέπεια τον διωγμό 25.000 και πλέον μαθητών από την Τ.Ε.Ε. Η προσπάθεια άρσης των συνεπειών του καταστροφικού πλήγματος έχει από την τρέχουσα σχολική χρονιά ξεκινήσει, με την επαναφορά των ειδικοτήτων, πλην όμως η πλήρης αποκατάσταση απαιτεί τουλάχιστον ένα ακόμη έτος.
Στο δελτίο τύπου, του Κ.ΑΝ.Ε.Π. – Γ.Σ.Ε.Ε., παρουσίασης της έκθεσης αναφέρεται:
«Από το σύνολο της έρευνας προκύπτουν τα ακόλουθα βασικά συμπεράσματα:
Η πολιτική των Μνημονίων που ακολουθείται από το 2010 έως και σήμερα έχει επιδεινώσει δραματικά την ήδη κακή εικόνα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματοςΚύρια χαρακτηριστικά της διαλυτικής επίδρασης της ασφυκτικής πολιτικής της λιτότητας στο χώρο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσηςόπως αυτή προκύπτει από τη σύγκριση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος με αυτά των υπόλοιπων χωρών της ΕΕείναι:
Οι οδυνηρές επιπτώσεις της υποχρηματοδότησης στην εκπαίδευση. (…) Στο σύνολο των σχολείων της Α/μιας και Β/μιας Εκπαίδευσης παρουσιάζονται σοβαρότατα προβλήματα και ελλείψεις, τόσο στις φυσικές υποδομές (κτήρια), όσο και στις υποστηρικτικές υποδομές (χώροι εστίασης, εργαστηριακές υποδομές, χώροι πολλαπλών δραστηριοτήτων) και στους εκπαιδευτικούς πόρους (κατάλληλα διδακτικά υλικά, εξοπλισμός σε διδακτικά μέσα και αναλώσιμα υλικά. (…)
Η έξαρση των εκπαιδευτικών/κοινωνικών ανισοτήτων. (…) Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα σημειώνει το μεγαλύτερο εύρος ανισοκατανομής πόρων ανάμεσα σε προνομιούχα (κοινωνικοοικονομικά και πολιτιστικά) και μη-προνομιούχα σχολεία. Επίσης, η χώρα μας εμφανίζεται ανάμεσα στους Ευρωπαίους «πρωταθλητές» της ανεργίας των νέων ανθρώπων με πτυχίο από την αγορά εργασίας.
Τα φτωχά εκπαιδευτικά αποτελέσματα. (…) Χαμηλές επιδόσεις της χώρας στα παραγόμενα εκπαιδευτικά αποτελέσματα. Οι μαθητές των ελληνικών σχολείων καταλαμβάνουν τις τελευταίες θέσεις στην επίδοση στα βασικά γνωστικά αντικείμενα (Μαθηματικά, Γλώσσα, Φυσικές Επιστήμες). (…)
Ακόμη, είμαστε Ουραγοί στην εκπαιδευτική πρωτοπορία και καινοτομία.(…)»
Το δελτίο τύπου καταλήγει: «Συμπερασματικά:
Η εικόνα της ελληνικής πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε σύγκριση με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι προκαλεί βαθύτατη ανησυχία για το μέλλον των νεότερων γενεών και για το ίδιο το μέλλον της χώρας. Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει σαφώς ότι βρισκόμαστε προ των πυλών μιας πανεθνικής εκπαιδευτικής τραγωδίας χωρίς ιστορικό προηγούμενο τις τελευταίες δεκαετίεςΗ όξυνση των εκπαιδευτικών, των κοινωνικών και των εκπαιδευτικών ανισοτήτων σε συνδυασμό με την ασφυκτική πολιτική της λιτότητας που επιφέρει συρρίκνωση της επένδυσης στην Παιδεία θα δημιουργήσουν ένα στρατό χιλιάδων νέων χωρίς επαρκή εκπαίδευση και κατάρτιση, με χαμηλές δυνατότητες ανταγωνισμού των Ευρωπαίων συνομηλίκων τους σε ένα ολοένα πιο απαιτητικό πλαίσιο στην απασχόληση. Επιπλέον θα σπρώξουν σημαντικό τμήμα της νέας γενιάς στο κοινωνικό και οικονομικό περιθώριο, με αποτέλεσμα την αύξηση της κοινωνικής παθογένειας και παραβατικότηταςΤο ζήτημα είναι βαθύτατα πολιτικό: για δεκαετίες η εκπαίδευση προχωρά χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό, επάρκεια πόρων και αίσθηση του μέτρου, χωρίς όραμα, υφίσταται αλλά επί της ουσίας δεν λειτουργεί.
Η σημερινή Έκθεση του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ και τα συμπεράσματά της κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου.
Ήρθε η ώρα να αναλάβουν όλοι τις ευθύνες τους
«ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΥΠΟΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ
ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ,
ΟΥΡΑΓΟΙ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ
ΚΑΙ ΣΤΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΕ»

«Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ
ΔΙΑΛΥΕΙ
ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ»


Το avatonpress.gr είναι ανεξάρτητο ενημερωτικό site και στηρίζεται μόνο σε σας. Κάνοντας κλικ στις διαφημίσεις μας βοηθάτε να συνεχίσουμε την προσπάθειά μας! Ευχαριστούμε εκ των προτέρων!

Σχολίασε κι εσύ!