Δημήτρης Διαμαντίδης: O άνθρωπος πίσω από τον μύθο

Το ύψος του (1.96μ.) ήταν η πρώτη αφορμή και ο λόγος για να ασχοληθεί με την καλαθοσφαίριση σε νεαρή ηλικία. "Μου το πρότειναν, λόγω ύψους. Έως τότε δεν είχα σκεφτεί αυτήν την προοπτική". Έπαιζε ποδόσφαιρο με τους φίλους του, στη θέση του τερματοφύλακα, “αλλά δεν ήμουν κάποια σπουδαία περίπτωση”, όπως παραδέχεται. Από τότε του άρεσε περισσότερο να χειρίζεται την μπάλα με τα χέρια.

Στα 7 του χρόνια, η Ελλάδα έγινε πρωταθλήτρια Ευρώπης, στο περίφημο Ευρωμπάσκετ του '87. Τον συνεπήρε τόσο το θέαμα, η ατμόσφαιρα, όσα έβλεπε, που τάχθηκε στο σπορ. Κάθε μέρα περνούσε ατελείωτες ώρες στην αυλή του σχολείου του, με μια μπάλα στο χέρι. Τα καλοκαίρια, ζητούσε από τον διευθυντή τα κλειδιά, για να μπορεί να κάνει ανενόχλητος τη “δουλειά” του.

Είναι τιμή να υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ότι έχω προσφέρει στο μπάσκετ”!

Ήμουν ένα παιδί από την επαρχία που δεν «έπαιρνα» πολύ τα γράμματα, δεν είχα πιθανότητες να σπουδάσω, αλλά είχα την τύχη να βρεθεί στο δρόμο μου ένας προπονητής, που μου έδωσε την ευκαιρία, όταν είχα πιστέψει πως δεν μπορούσα να κάνω καριέρα στο μπάσκετ. Αυτό είναι όλο", υποστηρίζει. Η πραγματικότητα είναι λίγο πιο σύνθετη. Ο Κώστας Πιλαφίδης, προπονητής του στην Καστοριά ήταν εκείνος που επέμεινε ώσπου ο Ηρακλής να δεχθεί να τον κάνει μέλος της ομάδας του, το 1999.

 

Έως τότε, ο Δημήτρης Διαμαντίδης ήταν ένας ρολίστας, με προοπτική να γίνει εξαιρετικός σε αυτόν τον ρόλο. Όπως έχουν ομολογήσει όσοι τον ξέρουν από τότε, δεν υπήρχε ένας που να πίστεψε πως θα εξελιχθεί σε θρύλο του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Τίτλος που δεν δέχεται. Για την ακρίβεια, έχει διευκρινίσει ότι "αισθάνομαι άβολα, όταν ακούω πως είμαι «πρότυπο» ή όταν με ρωτά κόσμος τι πρέπει να κάνει. Πάντα απαντάω "προπόνηση και να κρατάς το μυαλό μέσα στο γήπεδο". Ως προς το τελευταίο, έχει εξηγήσει πως "η οικογένεια παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στο να μείνεις συγκεντρωμένος σε αυτό που θες να κάνεις. Ο γονείς μου πάντα με ενθάρρυναν, γιατί είχαν δει το πάθος που έχω".

Η στάση της οικογένειάς του, μαζί με την αφοσίωση που έδειξε στο άθλημα και η άρνησή του να παραιτηθεί από το όνειρό του -όταν δεν τον επέλεγαν ούτε στην τοπική ένωση, στην οποία ανήκει η Καστοριά- ήταν οι βαθύτεροι λόγοι που τον έκαναν να ξεχωρίσει. Μαζί με το σεβασμό στη βασική αρχή των ομαδικών σπορ, αυτή που θέλει να μην είναι κανείς πάνω από την ομάδα. "Αυτά μπορούσα να κάνω, αυτά έκανα", διευκρινίζει. "Αρχικά με ενδιέφερε να δουλεύω όσο χρειαστεί, για να διεκδικήσω λεπτά συμμετοχής στην Α1. Μετά, για να τα αυξήσω, όντας θετικός στο παρκέ. Να μπορώ δηλαδή, να βοηθώ την ομάδα να νικήσει".

Έως ότου εμφανιστεί στα παρκέ, οι φίλαθλοι επικεντρώνονταν στο ποιος έχει σκοράρει τους περισσότερους πόντους. Παρουσία του Δημήτρη Διαμαντίδη και του Θοδωρή Παπαλουκά, οι φαν έμαθαν να εκτιμούν όλες εκείνες τις λεπτομέρειες που δεν φαίνονται στα στατιστικά (όπως το να μπορείς να βλέπεις τι έχει ετοιμάσει ο αντίπαλος για εσένα και να το... τακτοποιείς), αλλά κάνουν τη διαφορά. "Με τον Παπαλουκά, ήμασταν τυχεροί που βάλαμε κάποια στοιχεία για να γίνει διαφορετικό. Να μπορεί ένας παίκτης να κάνει πολλά πράγματα και να είναι εξίσου σημαντικός".

 

Από μικρός έθετε περιορισμούς στον εαυτό του, για χάρη του πάθους του. Δεν ενδιαφερόταν για οτιδήποτε δεν αφορούσε το πώς μπορεί να βελτιωθεί. Άπαξ και έβρισκε κάτι που τον ικανοποιούσε, δεν κοιτούσε παραπέρα. Δεν ήθελε να χάνει χρόνο, σε οτιδήποτε δεν βοηθούσε τη δουλειά του. Πρόσεχε πάντα το σώμα του, τη ζωή του, γιατί αυτό ήθελε. Όχι επειδή κάποιος του το επέβαλε. "Προσπαθώ να συντηρώ το κορμί μου, για να μην εκθέτω τους συμπαίκτες μου", είχε εξηγήσει, πριν καταλήξει στο "αυτός είναι ο ρόλος μου: να σκέφτομαι πρώτα τους συμπαίκτες μου".

Όπου και αν ήταν, ό,τι και αν έκανε, σε κάθε ρεπό πήγαινε στην Καστοριά, έστω και αν ήταν για λίγες ώρες. Αυτό τον γέμιζε, τον χαλάρωνε: να είναι στα μέρη του, με τους φίλους και την οικογένειά του. "Με έκανε να περνώ καλά". Απ’ όταν απέκτησε τη δική του οικογένεια, έχει αφοσιωθεί εκεί.

Αν τον ρωτήσει κανείς ποια είναι η μεγαλύτερη κατάκτησή του, θα απαντήσει ότι "κατάφερα να κάνω οικογένεια και σε αυτή θα αφοσιωθώ". Και ποια είναι η μεγαλύτερη στιγμή που έχει περάσει στο παρκέ, μεταξύ των 22 τίτλων που έχει κατακτήσει με την ομάδα του -και δεκάδων άλλων ατομικών διακρίσεων; "Όταν μπήκα με την κόρη μου στο παρκέ". Ήταν ανήμερα της εκδήλωσης που είχε κάνει τον περασμένο Σεπτέμβριο ο Παναθηναϊκός, για να τιμήσει τους καλύτερους παίκτες της 25ετίας, όπως τους ψήφισαν οι φίλαθλοι.

Ανήμερα της τελευταίας του εμφάνισης στα γήπεδα, του έκαναν ξανά την ίδια ερώτηση. Αυτή τη φορά, επέλεξε "τον τελικό στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα της Ιαπωνίας, το 2006", όταν η Ελλάδα τερμάτισε στη δεύτερη θέση του κόσμου. Πώς ένιωθε κατά την ολοκλήρωση από μια αξιοθαύμαστη καριέρα; "Ευλογημένος, αφοσιωμένος, τυχερός και χαρούμενος. Γεμάτος, ευτυχισμένος και χαμογελαστός". Και αυτός είναι ένας ακόμη λόγος που τον κάνει έναν από τους πιο αξιόλογους παίκτες που έχει περάσει από τα παρκέ.


Πηγή: www.sport24.gr


Το avatonpress.gr είναι ανεξάρτητο ενημερωτικό site και στηρίζεται μόνο σε σας. Κάνοντας κλικ στις διαφημίσεις μας βοηθάτε να συνεχίσουμε την προσπάθειά μας! Ευχαριστούμε εκ των προτέρων!

Σχολίασε κι εσύ!